Η υπόθεση του δάσους Ριαχόβου

 

Το θέμα αυτό άρχισε μετά το θάνατο του Αλή Πασά την 22 Ιανουαρίου του 1822, γιατί προ αυτού δεν τολμούσαν οι μικρομπέηδες-αγάδες, τους τρόμαζε το καθεστώς του Αλή Πασά. Το φαινόμενο αυτό άρχισε για το χωριό μας να παίρνει διαστάσεις μεγάλες κυρίως μετά το 1830. Οι σκλαβωμένοι πρόγονοί μας Κιρασοβίτες, μπροστά στις αυθαιρεσίες, τις ληστείες, τις κακουχίες, από τους Τουρκαλβανούς ληστές και ατάκτους αναγκάστηκε λόγω ανάγκης, να ζητήσουν την λεγόμενη «προστασία» των τοπικών μπέηδων και αγάδων, κυρίως της Φράσαρης της Πρεμετής, της Β. Ηπείρου, πληρώνοντας σ’ αυτούς ετήσιο μίσθωμα, το ονομαζόμενο «αγαλίκι», εξασφαλίζοντας έτσι κάποια «προστασία» στη ζωή τους και στα παραγόμενα αγαθά τους.

Έλα όμως που το πράγμα αυτό, άνοιξε την όρεξη των μπέηδων-αγάδων του χωριού μας και θέλησαν το «αγαλίκι» αυτό, να το μετατρέψουν σε ισόγειο μίσθωμα, δηλαδή να γίνει το χωριό μας «τσιφλίκι» των αγάδων της Φράσαρης της Πρεμετής. Από την αιτία αυτή αρχίζει, για χρόνια πολλά μέχρι το 1924 αγώνα των προγόνων μας, να απαλλαγούν από το ετσιθελικό «τσιφλίκι» των μπέηδων. Το ότι υπέφεραν, δεν περιγράφεται, μόνο ο Παπαγιάννης-Βάλας, δυο-τρεις φορές με τα γιδοπρόβατά του προσήχθηκε στην Κόνιτσα και βασανίστηκε σκληρά, προκειμένου να υπογράψει να γίνει το χωριό μας «τσιφλίκι». Το 1924, επί Ελληνικού τώρα κράτους, αρχίζει δικαστικός αγώνας, μεταξύ Κράτους-Δημοσίου και Μπέηδων που απαιτούσαν να αναγνωριστεί το «Τσιφλίκι» στο Κιράσοβο και να εκμεταλλεύονται το δάσος του. Το δικαστήριο, άκουσον, άκουσον, εδικαίωσε τους μπέηδες. Και όχι το δημόσιο το ελληνικό. Ευτυχώς, το κράτος συνήλθε έγκαιρα από τις «γκάφες» αυτές και με διοικητικό τώρα δικαστήριο του υπουργείου Γεωργίας, το 1927, απεφάνθη ότι η χρήση και η εκμετάλλευση του δάσους του χωριού μας, ανήκει στους κατοίκους του χωριού και όχι στους Μπέηδες. Έτσι από τότε ιδρύθηκαν ένας δύο δασικοί συνεταιρισμοί από τους κατοίκους του χωριού μας και εκμεταλλεύονται το δάσος μας ως συνδιόκτητο της ολότητας των κατοίκων. Τα έσοδα ήταν για κοινωφελή έργα του χωριού μας. Οι Μπέηδες το διεκδίκησαν δικαστικά μέχρι το 1932, αλλά απέτυχαν. Με τη δικτατορία του Μεταξά τον Αύγουστο του 1936,η χρήση και η εκμετάλλευση του δάσους μας, λόγω φιλονικιών περιήλθε με διαταγή της Νομαρχίας - Υπουργείου Εσωτερικών στην κοινότητά μας, και έτσι από συνδιόκτητη χρήση - εκμετάλλευση έγινε κοινοτική τοιαύτη, παίρνοντας αυτά τα έσοδα από το δάσος μας.

Η κατάσταση αυτή, λόγω του πολέμου της δεκαετίας 1940-1950, παρέμεινε έτσι, αμφισβητήσιμη. Η «χαριστική», βολή ήλθε για το δάσος μας το 1952, όταν επί προεδρίας Κώστα Τσούμπανο, το Δ.Σ. της κοινότητάς μας, το ονόμασε και ΕΠΙΣΗΜΑ ως κοινοτικό δάσος του χωριού μας με απόφασή του, προκειμένου να έχει έσοδα η Κοινότητα γιατί βάσει αυτών πληρωνόταν ο εκάστοτε πρόεδρός της. Κανένας από τότε πρόεδρος δεν κατέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια για να λυθεί το μέγα αυτό πρόβλημα, αλλά αρκούνταν σε απλές αναφορές-αιτήσεις προς το υπουργείο Γεωργίας, κυρίως ο αείμνηστος αρχιμανδρίτης - ιερομόναχος Φωτιάδης (Τζιόλας Στέφανος), πράγμα που απέρριπτε το υπουργείο Γεωργίας. Κορόϊδο ήταν, να πράξει το αντίθετο; Δεν φθάνει αυτό μόνο, το Δημόσιο το 1952-1953, απεκόβει το κομμάτι του δάσους της περιοχής Ριαχόβου και το αποκαλεί ως Δημόσιο δάσος και όχι Κοινοτικό, λόγω, λέει βάσει ψευδομαρτύρων Κιρασοβιτών κτηνοτρόφων, ότι υπήρχε χωριστό χωριό το Ριάχοβο, και ως εκ τούτου «διάδοχος» είναι το ελληνικό δημόσιο και όχι η κοινότητα Κιρασόβου. Η κατάσταση αυτή διαιωνίζεται μέχρι σήμερα, αφού τελικά κατέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια ο Αγροτικός μας Συνεταιρισμός, διεκδικώντας το για συνδιοκτήτο της ολότητας των κατοίκων του χωριού μας, όπως και το Κοινοτικό δάσος. Ο αγώνας συνεχίζεται ακόμη μετά από 176 ολόκληρα χρόνια (1830-2006). Περισσότερες πληροφορίες του Δ. Σαμαρά (Ιστορία του δάσους Ριαχόβου).
Συμπέρασμα: Πληρώνουμε μέχρι σήμερα τις αμαρτίες των πάπων και πατεράδων μας, εννοώ από 1927 και μετά, που δεν έπραξαν σωστά και ορθά στην υπόθεση αυτή, που ταλανίζει όλους μέχρι σήμερα και σπέρνει διχόνοιες, φθόνους, αντιζηλίες, μίσος μεταξύ μας.