ΜΙΑ ΜΑΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΜΕ ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΡΙΖΕΣ
Μου είπαν κάποιοι ότι η χωριανή μας, συγχωρεμένη τώρα, Δήμητρα Κωτούλα, γνώριζε και χρησιμοποιούσε έναν τρόπο ώστε να μαντεύει πού βρίσκονται απολεσθέντα ζώα ή και άλλα αντικείμενα. Έτσι, μόλις βρήκα την ευκαιρία, πήγα και τη βρήκα.
Παρά τα χρόνια της, κόντευε τα ενενήντα, ήταν αεικίνητη. Αφού είπαμε τα τυπικά, τη ρώτησα, χωρίς να περιμένω θετική απάντηση, αν είναι αλήθεια ότι γνωρίζει μια μαντική τέχνη που μου είπαν. Με μεγάλη φυσικότητα, και ίσως λίγο επιθετικά γιατί πανέξυπνη καθώς ήταν, κατάλαβε φαίνεται την αμφισβήτηση στην ερώτησή μου, κούνησε το κεφάλι της καταφατικά.
-«Αν δεν με πιστεύεις, μου απάντησε, ρώτα τον Νάσιο Γελαδάρη. Εγώ του βρήκα τα μουλάρια που του είχαν κλέψει οι Αλβανοί».
Τη ρώτησα πώς το κάνει και μου είπε ότι χρειάζονται μια πυκνάδα (κόσκινο που κοσκινίζουν το αλεύρι) κι ένα καρφί από πέταλο.
-«Κρατάω του καρφί όρθιο, να έτσι με τα δάχτυλα, και πάνω στηρίζω την πυκνάδα. Πρέπει να είναι καλά ζυγισμένη. Μετά ονοματίζω διάφορες τοποθεσίες του χωριού και μόλις πετύχω το μέρος που βρίσκονται τα χαμένα ζώα, η πυκνάδα αρχίζει μόνη της να γυρίζει» μου περιέγραψε.
Τη ρώτησα στη συνέχεια αν μπορεί να το κάνει εκεί μπροστά μου.
«Α, μου λέει, δεν έχω καρφί. Το καρφί πρέπει να το ευλογήσει ο παπάς και αυτό το έκανε μόνο ένας από το Τσιάμικο (Παραμυθιά). Πάει τώρα…»
Εκεί σταμάτησε η κουβέντα μας και μπήκε στο σπίτι. Εγώ έμεινα χαμένος με μια σύγχυση μέσα μου. Σε ποια εποχή βρισκόμουν; Φυσικά δεν είμαι ικανός να εξηγήσω το φαινόμενο. Το σίγουρο όμως είναι ότι υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες που μπορούν να το επιβεβαιώσουν.
ΤΟ ΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΑΛΩΝΙΟΥ
(Ένα μυστικό δρώμενο από την Αγία Παρασκευή –Κεράσοβο Κόνιτσας)
Ο Εμφύλιος διατάραξε την κοινωνική διαστρωμάτωση του ελληνικού πληθυσμού, με άμεσες συνέπειες στον λαϊκό πολιτισμό. Οι φυγάδες στις Λαϊκές Δημοκρατίες και οι μέτοικοι στις μεγαλουπόλεις δεν είχαν άμεση επαφή με τον γενέθλιο τόπο. Μετά την πολύμοχθη και εν πολλοίς μαρτυρική οικονομική και πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό, λειτούργησε η ληθαργούσα μνήμη με τη σύσταση φιλοπρόοδων συλλόγων, για να περισωθεί ό,τι η γενιά του χαλασμού μπόρεσε να συγκρατήσει ως βιωμένο παρελθόν.
Φυσικά η απώλεια είναι εμφανέστατη στις επαγγελματικές γλώσσες και τα μυστικά δρώμενα, από τα μάγια μέχρι τις ιεροκρύφιες αγροτικές τελετές.
Ο Μαατρόγλου της Φούρκας συνδέεται με το ‘Άστρο του Αλωνιού’ της Αγίας Παρασκευής, το παλιό Κεράσοβο, γιατί η υμνωδία της γης-Γαίας είναι εμφανής σε όλες τις εκδηλώσεις ζωής-θανάτου-ανάστασης. Το σχετικό τελεστικό το έζησα όντας μαθητής της έκτης τάξης του δημοτικού.
Ήταν αρχές Ιουνίου όταν η Φωτίτσα Εξάρχου, μια ευγενική ύπαρξη με μακροχρόνιο φωτισμό στην Αίγυπτο, κάλεσε πολλά κορίτσια σε αλώνι, στην άκρη του χωριού, πάνω από τον μύλο που σώζεται, κοντά στο ποτάμι Βουρκοπόταμος.Ήταν όλες περίπου 18 χρονών. Στάθηκαν πλάι πλάι και κάλυψαν ολοτρόγυρα το αλώνι.
Στο μέσο στάθηκε η Φωτίτσα με έξι κορίτσια, μικρότερα από μένα. Σχημάτισαν χορό. Ακριβώς στη μέση, κάτω στη γη, τοποθέτησαν εικόνα της Αγίας Παρασκευής, που είναι η αγία των βουνών, της Πίνδου η αγία, πολιούχος του χωριού, με το ομαδικό πολυφωνικό τραγούδι:
‘Στολίστρες μου, καλές στολίστρες
στολίστε καλά τη νύφη.
Αυτή βουνά θέλ’ να διαβεί
Της παίρνει πέπλα το κλαδί…’
Και στόλισαν την καταγής εικόνα με κλαδιά δρυός, βελανίδι ξερό και άνθη της εποχής. Τη ράντισαν με θειάφι. Αμέσως άρχισε ο εξωτερικός κύκλος το χορό και το τραγούδι:
‘Στον Άδη θα κατέβω
και στον Παράδεισο…’
Είχα καλή εποπτεία. Με είχε βάλει η Φωτίτσα σε μαυρολίθαρο, έξω από τον κύκλο, με αυστηρό λόγο: «Ένα μονάχα παιδί πρέπει να μας δει. Αν μιλήσει για όσα δει θα πεθάνουν οι γονείς του». Η επιλογή δεν ήταν τυχαία, ήμουνα ξένος.Αν και είχα φοβηθεί, κατέγραψα στη μνήμη το δρώμενο γιατί με είχε συνεπάρει.
Όταν το τραγούδι έφτασε στο στίχο:
‘Θα πάω να σαϊτέψω…’
τα έξι μικρά κορίτσια πλησίασαν την εικόνα της Αγίας Παρασκευής και αποφλοίωσαν πάνω της ξερό καλαμπόκι. Έγινε σιωπή. Ακούστηκε η Φωτίτσα με ιερή προσταγή:
‘Του Αλωνιού μας το Αστέρι
βροχές πολλές να φέρει.
Κίνα του δένδρου περιστερά
Με της νύχτας τα φτερά.’
Ξανάρχισε ο χορός που κυκλικά όλες πλησίαζαν την εικόνα. Και σαν έσμιξε ο μικρός με τον μεγάλο κύκλο, η Φωτίτσα δεήθηκε γονατιστή στην εικόνα:
‘Άνασσα Κηρασοβία
λύσε κάθε φαρμακία
Άγια μου Παρασκευή
Σώσε κόρη και παιδί.’
Ξαναχόρεψαν. Με φωνές τώρα ασυντόνιστες και χτυπώντας με τα πόδια τη γη σχεδόν έκραζαν:
‘Μα Γα, Μα Γα, γέννα!
Ύσον-Ύσον ουρανέ…’
Μετά η Φωτίτσα πήρε την εικόνα και συνοδευόμενη από τα έξι κοριτσάκια, πήγαν στον κοντινό αύλακα, την έπλυναν και τη στόλισαν με την πράσινη ποδιά που ήταν ζωσμένη η πιο μικρή.
Όταν γρήγορα γύρισαν, μπήκαν στην κορφή του χορού. Πρώτη η Φωτίτσα Εξάρχου που είχε σημαία την εικόνα. Ξανάρχισαν σ’ έναν κύκλο, όλες μαζί, το χορό με το ίδιο τραγούδι:
‘Στον Άδη θα κατέβω…’
Στα Γιάννενα, μαθητής στο Γυμνάσιο, φιλοξενήσαμε για μέρες τη Φωτίτσα, πριν χάσει από ιατρική φιλαργυρία το μοναχογιό της Αλκιβιάδη. Τότε κατέγραψα τους στίχους με τη δική της ερμηνεία για το δρώμενο.
«Όλα γίνονταν για να έχει ο τόπος νερό και να λυτρωθεί ο κόσμος από τη μάστιγα της μαγείας. Το γυναικείο χορό με τις φωνές τον λέμε ‘Σοβά’».
Δεν θέλησε να μου μιλήσει για την «Κηρασοβία»! Κάποια πιθανή εξήγηση, όταν ήμουν φοιτητής, μου έδωσε μύστης δάσκαλος στηριγμένος στου Λύγκου τη μεγάλη ιστορία.
Η θέση της Αγίας Παρασκευής ευνοούσε τη λειτουργία Μαντείου Καθαρτηρίου Ύδατος, για την αποτροπή κάθε κακού. Δηλαδή αποσοβούσε κάθε επιρροή της Κηρ, θεάς του ολέθρου, η οποία δρούσε μαγικά.
Ήταν η Κηρασοβία επώνυμη ιέρεια ή τοπική θεά του αρχαίου μαντείου, με βάση λειτουργίας, το καθαρτήριο ύδωρ, όπως σε άλλα Ηπειρωτικά μαντεία. Ξόρκιζε το μαγικό, το αιφνίδιο κακό.
Γι’ αυτό και η παλιά ονομασία του χωριού: Κεράσοβο, ίσως ήταν Κηρασοβία (Κηρ+σοβώ) ή Κηράσσοβο που φαίνεται πιο πειστικά στην παράγωγη λέξη Κηρασοβίτης:Κήρα + σοβητής. Ο θεουργός που διώχνει μακριά την Κήρα. Την Ολόη. Και την κατάρα, ισοδύναμη με τα κακά μάγια , που ίσως γίνινταν και αυτά σε άλλο ποτάμι εκεί κοντά: τον Κακόλακκο! Η μνήμη είναι πάντα ισχυρή στη λαϊκή συνείδηση…
Ν.Τ.
*Σύμφωνα με τη μυθολογία, η θεά Κηρ ήταν κόρη της Νύχτας και ήταν αυτή που έφερνε τη δυστυχία στους ανθρώπους. Αδέρφια της ήταν η Απάτη, το Γέρας,, η Έριδα, οι τέσσερις Εσπερίδες, οι τρεις Μοίρες, ο Μόρος (πεπρωμένο), ο Μώμος (χλευασμός), η Νέμεσις (τιμωρία), η Οιζύς (αθλιότητα), τα Όνειρα, η Φιλότης (ερωτική απόλαυση) και τα δίδυμα αδέρφια Ύπνος και Θάνατος.