Κατά τα χρόνια αυτά της 18ετίας που ασχολήθηκε ο γράφων μελετητής αυτής της επίτομης ιστορίας, των ηθών και εθίμων του χωριού μας ήρθαν στην επιφάνεια τα εξής πρόσωπα του χωριού μας, που τα χρόνια της Τουρκοκρατίας έδρασαν ηρωιϊκά, δίνοντας και τη ζωή τους ακόμη, προκειμένου να ελευθερωθεί η σκλαβωμένη Ήπειρός μας και το χωριό μας. Η αναφορά θα γίνει χρονολογικά όσο είναι δυνατόν.
1. Οι σημερινοί Παπαγιανναίοι-Παπανικολαίοι, Κυράτσηδες, Σαμαράδες, είναι από τη φάρα τη Ραχοβίτικη των Βαλάδων, κλάδος αυτών μεγάλος είναι στα Κανάλια Καρδίτσας. Προ της μάχης της Αραχώβης, 1826, πέρασε από τα Κανάλια Καρδίτσας δύναμη Αρβανιτών 14.000 ανδρών προκειμένου να κατατροπώσουν τον Καραϊσκάκη τον αρχηστράτηγο της Ρούμελης. Τους αιφνιδίασε όμως ο Γ. Καραϊσκάκης και τους διέλυσε, ένα από τα παλικάρια του ήταν και ο Δ. Βάλας (Ιστορ. καναλιών 1976).
2. Τα παλικάρια (άγνωστα στον γράφοντα, αλλά γνωστά στον Β. Αθανασίου) που το 1864, φθινόπωρο προσκεκλημένος και ο Μουσλήμπεης, αγάς του χωριού μας, μέλος της οικογένειας Φράσαρη, σκότωσαν κάτω στο τοπωνύμιο «μαντρινιά» τον Μπέη αυτόν και προς αποφυγή αντιποίνων, ισχυρίστηκαν ότι δεν ήταν Κερασοβίτες, αλλά ξένοι κλέφτες από άλλα μέρη.
Η δημοτική μας μούσα, λέει το εξής τραγούδι για το περιστατικό αυτό.
«.... Δεν στόλεγα, εγώ μπέη μου
δεν στάλεγα η μαύρη
Μη βάζεις μπέσα στους γραικούς
και στους Κερασοβίτες».
3. Ο κλέφτης αμαρτωλός Κουτσογιώργης, ο οποίος, επειδή είχε λαβωθεί, κούτσαινε. Το επίθετο δεν το γνωρίζουμε. Μερικοί ισχυρίζονται πως ονομάζονταν Πλιάτσικας, ίσως να είναι, αλήθεια, δεν έχουμε στοιχεία. Λέγεται συνελήφθηκε από τους τούρκους και περνώντας από το παλιό εξωκκλήσι του Αγίου Δημητρίου, έκανε τάμα πώς άμα ξέφευγε από τους Τούρκους, θα έκτιζε καινούργιο. Το θαύμα έγινε, σώθηκε και έφτιαξε το εκκλησάκι, όχι το νυν υπάρχον, αλλά το προηγούμενο που χάλασε και ήταν πιο πάνω από το σημερινό. (βλ. βιβλίο του γράφοντος).
Ακόμη και η λαϊκή μούσα, του τραγούδησε:
«... να βρέξει ο Γιώργης γέρομ’ τ’ άρματα
ορέ να βρέξει Γιώργη τ’ άρματα
βρε γέρο Σμόλυγκα
τα φλουροκαπνισμένα...».
4. Πέτρος (Μπίας) Μανέκας
Αυτός έδρασε την ίδια εποχή και ήταν πρόγονος των σημερινών Μανεκαίων. Κλεφτοαρματολός κατά τους Έλληνες, ληστής κατά τους Τούρκους. Ληστές αποκαλούσαν οι Τούρκοι όλους τους Έλληνες καπεταναίους, οι οποίοι έδρασαν και μετά την απελευθέρωση της μικρής τότε Ελλάδας (μέχρι τον Βόλο) στα μέρη της Πίνδου, Θεσσαλίας και Μακεδονίας. Ακόμη την εποχή αυτή πρέπει να έδρασαν και άλλοι Κερασοβίτες κλεφταρματολοί με ψευδώνυμο Σπαθούλας,κάποιος Γκούτσιος και ο άλλος Πλιάτσικας, άγνωστο το μικρό όνομά του.
5. Το ύψωμα ταμπούρι, το γνωρίζουμε όλοι, λίγοι όμως γνωρίζουν ότι λέγεται και Μπέκος. Οι Φουρκιώτες το λένε στο Ταμπούρι του δικού τους καπετάνιου Καραγιώργη. Το Μπέκος το πήρε από το όνομα των ξακουστών Κερασοβιτών κλεφτοαρματολών ΜΠΕΚΑΙΩΝ. Οι δυο ΜΠΕΚΑΙΟΙ, Λάμπρος και Γιάννης πήραν μέρος στην πολιορκία του Μεσσολογγίου (1825-1826) όπου και σκοτώθηκαν, κατά την έξοδο των «ελεύθερων πολιορκημένων», μαζί με πολλά άλλα σώματα καπεταναίων από τα μέρη μας. Από εδώ και το γνωστό λαϊκό τραγούδι, «Παιδιά της Σαμαρίνας....»
Η φάρα των Μπεκαίων, είναι Ραχοβίτικης καταγωγής, κλάδοι αυτής μετανάστευσαν στο Σούλι και στα κανάλια Καρδίτσας. Ο γράφων ευτύχησε να γνωριστεί με Μπεκαίους των Καναλιών και του Ανθηρού Καρδίτσας. Καυχώνται για την Κερασοβίτικη καταγωγή τους.
6. Ζουκαίοι: Η φάρα αυτή πρέπει να ήλθε από την Μοσχόπολη της Β. Ηπείρου μετά την καταστροφή της το 1769-1770. Κλάδοι αυτής της γενιάς βρίσκομε, στο χωριό μας, στα Γιάννινα και στο Σούλι Σαμονίβα και αργότερα στην Κουτσούφλιανη (Παναγιά) Καλαμπάκας, όπου εδώ προόδευσε και πρόκοψε πάρα πολύ. Έχουμε στενές επαφές με την γενιά αυτή. Υπερηφανεύονται για την Κερασοβίτικη καταγωγή τους. Ο κλάδος που εγκαταστάθηκε στο Σούλι, επάγγελμα είχε το στράτευμα, ήταν στρατιωτικοί. Είναι επώνυμα Ζουκαίων δύο αδελφών αγωνιστών του 1821. Εξ αυτών ο Γιουσάκης επολέμησε υπό τον Ν. Μπότσαρη, αναδειχθής σε χιλίαρχο. Κατά την τρίτη πολιορκία του Μεσολογγίου κλείσθηκε σε ανεμόμυλο μετά άλλων στρατιωτικών και ανατινάχθηκε. Ο Κώστας πολέμησε με τον βαθμό του πεντακοσιάρχου και αυτός στο Μεσολόγγι, όπου και σκοτώθηκε ολίγο προς της εξόδου.
7. «Ο Καλόγερος της Κλεισούρας» (φωτό εδώ)
Τρίτος άνθρωπος άντρας της γενιάς-φαμίλιας των αγωνιστών του 1821, των Ζουκαίων, ήταν ο με το «παρατσούκλι» Δημήτρης Γούναρης-Ζούκος-Ζούκας. Αυτός ο άντρας ήταν -υπηρετούσε στην Αυλή του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, ως κυνηγός και αοιδός, τραγουδιστής-διασκεδαστής της Αυλής του Αλή Πασά. Ήταν παντρεμένος και είχε γυναίκα και παιδιά. Με το σκοτωμό του Αλή Πασά το 1822, ο Ζούκας αυτός, περιήλθε στον Ομέρ Βρυώνη, δηλαδή στην Αυλή του νέου πασά με την ιδιότητα του κυνηγού - αοιδού - τραγουδιστή, (φλέβα των Ζουκαίων μέχρι σήμερα) εξόν και το «παρατσούκλι» Δημήτρης Γούναρης. Την οικογένειά του την είχε «όμηρο» ο πασάς στην Άρτα.
Στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου του 1822, ο προαναφερόμενος κυνηγός Δημήτρης Γούναρης - Ζούκας, ήταν κοντά στον αφέντη του Ομέρ Βρυώνη, και γνώριζε τα σχέδιά του για το Μεσολόγγι, κυρίως την επίθεση που προγραμμάτιζε ανήμερα των Χριστουγέννων του 1822, κατά του Μεσολογγίου. Σαν γνήσιος Έλληνας - Ηπειρώτης - Κερασοβίτης, ενημέρωσε κρυφά τους πολιορκημένους Έλληνες για τα σχέδια αυτά του Πασά, και η επίθεση απέτυχε και το Μεσολόγγι σώθηκε χάριν του Δημήτρη Γούναρη-Ζούκα. Ο Πασάς κατάλαβε ποιος ήταν ο προδότης, αλλά ο γενναίος αυτός άντρας κατόρθωσε και ξέφυγε της μανίας του Ομέρ Βρυώνη Πασά. Τότε όμως ο πασάς ξέσπασε στην άμοιρη οικογένειά του στην Άρτα. Τους σκότωσε όλους για εκδίκηση. Μπροστά στα γεγονότα αυτά ο εν λόγω κυνηγός αποφάσισε να κρυφτεί για να γλιτώσει και αυτός. Καταφύγιο βρήκε στο μικρό σπήλαιο στην «Κλεισούρα» του Μεσολογγίου, τρεφόμενος από τους βοσκούς και κατοίκους της περιοχής. Με την απελευθέρωση της πατρίδος έγινε καλόγερος - ιερομόναχος - και έχτισε το πρώτο εκεί στην «Κλεισούρα» εκκλησάκι, αφιερωμένο στην Παναγία την Ελεούσα. Σήμερα βέβαια είναι περίλαμπρο κόσμημα της περιοχής της Αιτωλοακαρνανίας. Τα οστά του «καλόγερου» Γούναρη-Ζούκα, θαμμένα εκεί, βρέθηκαν τη δεκαετία του 1990 και προς τιμήν του, στήθηκε και σχετικό μνημείο με την «προτομή» του εν λόγω «καλόγηρου». Το περιστατικό αυτό το αναφέρουν πολλοί ιστορικοί (Τρικούπης κ.ά.) και έχουν γραφεί πολλά ποιήματα και έργα θεατρικά προς τιμήν του. Μεγάλο ποίημα του αφιέρωσε και ο Κώστας Κρυστάλλης με τον τίτλο «ο καλόγερος της κλεισούρας». Περαστικέ διαβάτη Κιρασοβίτη ή Κερασοβίτη, όταν περνάς από το Μοναστήρι της «Κλεισούρας» σταμάτησε εκεί και ανέβα ψηλά και άναψε ένα κεράκι για τη γενναία ψυχή αυτού του Κιρασοβίτη αγωνιστή του 1821, να μακαρίσει η αγαθούλα ψυχή του, όπως και της φαμίλιας του. Θα είναι προσκύνημα σεβασμού και ευλάβειας στον «καλόγερο της Κλεισούρας». Αυτό μπορείς να το κάνεις, είναι υποχρέωσή μας - καθήκον μας, στην τόσο ιερή του μνήμη. Το ιερό Μοναστήρι εορτάζει-πανηγυρίζει την ημέρα της Ζωοδόχου Πηγής.